Αρκετοί άνθρωποι προσέρχονται στη θεραπεία με θυμό, με αγωνία ή συχνά με ένα συναίσθημα εσωτερικού κενού σχετικά με τον πατέρα τους. Κάποιοι φαίνεται να αναζητούν ξεκάθαρα μια πατρική φιγούρα, ενώ κάποιοι άλλοι φέρουν στη θεραπεία μια παγωμένη αίσθηση, σαν αυτή η φιγούρα να μην υπήρξε ποτέ ή να υπήρξε τόσο σποραδικά που η αναζήτηση της να διακρίνεται πολύ έμμεσα και θολά, πίσω από μια κυρίαρχη αναζήτηση της γυναικάς.

Ο ρόλος του πατέρα περιγράφηκε υπό την ψυχαναλυτική σκοπιά πρώτα από τον Freud, ο οποίος πίστευε πως ο πατέρας έπαιζε σημαντικό ρόλο στην οιδιποδειακή και στην προ-οιδιποδειακή φάση ανάπτυξης του παιδιού, τονίζοντας τη σημασία ειδικά για τα αγόρια ενός δεσμού αγάπης με τον πατέρα για την ανάπτυξη και την επίλυση του Οιδιπόδειου.

Τις τελευταίες δεκαετίες εκπρόσωποι της ψυχολογίας του εγώ, της θεωρίας των αντικειμενότροπων σχέσεων και της ψυχολογίας του εαυτού προέκτειναν τον ρόλο του πατέρα στην ανάπτυξη του παιδιού. Έτσι ο πατέρας θεωρείται ένα εξίσου σημαντικό πρόσωπο προσκόλλησης (Abelin, 1971, 1975), ως διευκολυντής της φάσης αποχωρισμού και εξατομίκευσης (Mahler, 1968), ως ένας εσωτερικευμένος άλλος (Fairbairn, 1941, 1952,1958, 1968) και ως εαυτο-αντικείμενο (Kohut, 1984). Επίσης ο πατέρας θεωρείται πως έχει ρόλο ρυθμιστή των λιβιδινικών και επιθετικών ενορμήσεων (Herzog 1980, 2001), ως ρυθμιστής της αμφιθυμίας στο δεσμό της μητέρας με το παιδί (Winnicott, 1964), ως εμπεριεχτής του άγχους που προέρχεται από τη σχέση μητέρας –παιδιού (Davids, 2002) και ως η αφετηρία της ψυχικής ικανότητας για τριαδικές σχέσεις.

Ο Freud ήταν διαρκώς απασχολημένος με το θέμα του φόνου του πατέρα. Το έργο του «Η ερμηνεία των ονείρων», όπως ομολογεί ο ίδιος συνιστούσε την αντίδραση του στην απώλεια του πατέρα του, «στο μεγαλύτερο γεγονός που μπορεί να συμβεί στη ζωή ενός άντρα», κατά τον ίδιο. Μέσω της ανάλυσης των ονείρων του ο Freud μελέτησε τα αμφιθυμικά συναισθήματα που έχει κάποιος προς τους γονείς του. « Εάν σε ένα μικρό παιδί του επιτρέπεται να κοιμάται με τη μητέρα του όταν ο πατέρας του λείπει από το σπίτι, αλλά πρέπει να γυρίσει στο δωμάτιο του μόλις επιστρέψει ο πατέρας του, μπορεί εύκολα να αρχίσει να σχηματίζει μια ευχή ο πατέρας του να έλειπε διαρκώς, ούτως ώστε να κρατούσε τη θέση του δίπλα στην πολυαγαπημένη του μανούλα. Ένας προφανής τρόπος πραγματοποίησης αυτής της ευχής είναι να ήταν νεκρός ο πατέρας, μιας και το παιδί έχει μάθει βιωματικά πως οι νεκροί, όπως οι παππούδες και οι γιαγιάδες, λείπουν πάντα και δεν επιστρέφουν».

Στην «Ερμηνεία των ονείρων» υπάρχει ταυτόχρονα για τον Freud το πένθος για την απώλεια του πατέρα του και η ικανοποίηση για την απελευθέρωση του μέσω του θανάτου του. Για τον Freud ο πατέρας είναι κρίσιμος ως παρουσία στο μυαλό της μητέρας, αλλά κυρίως ως το τρίτο στοιχείο που εισάγει την απαγόρευση της αιμομιξίας στη σχέση του παιδιού με τη μητέρα. Ο Winnicott θεωρεί πως ο ρόλος του πατέρα είναι να εποπτεύει και να προσέχει τα αδηφάγα, αχόρταγα συναισθήματα της μητέρας για το παιδί της. (Jones, 2007).

Ο Green παρατηρεί πως έναν αιώνα μετά τον Freud η δομή της κοινωνίας και η θέση του πατέρα έχει αλλάξει. Μετά τον Ά και ΄Β Παγκόσμιο πόλεμο η κλασσική ψυχανάλυση δέχτηκε έντονη κριτική. Σε αντίθεση με τις θέσεις που επικρατούσαν στην Γαλλική ψυχαναλυτική σκηνή, στις Αγγλοσαξονικές χώρες η Melanie Klein (1932) είχε αναθεωρήσει τις θέσεις του Freud, θεωρώντας σε πολλές περιπτώσεις πως οι ψυχικές καθηλώσεις δεν αναφέρονταν στο κλασσικό Οιδιπόδειο αλλά στο προγενέστερο στοματικό στάδιο με τα συναφή άγχη και άμυνες. Η αναλυτική έρευνα επικεντρώθηκε στην οπτική της σχέσης μάνας- παιδιού, από την οποία αποκλειόταν ο πατέρας, η επίδραση του οποίου θα γινόταν αισθητή πολύ αργότερα.

Κατά τον Green ο πατέρας, αν και απών από τη σκηνή αλληλεπίδρασης ανάμεσα στη μάνα και στο παιδί, κάθε άλλο παρά δεν υπάρχει, αφού είναι ένας παρατηρητής της σκηνής. Το παιδί δεν κοιτάζεται μόνο από τη μητέρα αλλά και από τον πατέρα. Επομένως η τρίτη θέση στη σκηνή είναι το βλέμμα του πατέρα, στο οποίο ανάγονται όλοι οι περιορισμοί αυτής της απολαυστικής. Επίσης η σκηνή είναι ακόμα πιο περίπλοκη αν λάβουμε υπόψη τα ενδεχόμενα συναισθήματα νοσταλγίας που μπορεί να έχει ο πατέρας, καθώς γίνεται μάρτυρας της σκηνής ανάμεσα στο παιδί και στη μητέρα.

Κατά τον Green όταν ο πατέρας αρχίζει να υπάρχει, όχι απλά στο μυαλό της μητέρας, αλλά ως ξεχωριστή ύπαρξη, ένας καινούριος χώρος δημιουργείται μέσα από τον οποίο το παιδί μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του ως ξεχωριστό. Αυτή είναι μια αναπαράσταση η οποία εμπεριέχει περισσότερο φόβο παρά ελπίδα. Ο αποχωρισμός βιώνεται κατεξοχήν ως απώλεια. Ο πατέρας επίσης υπάρχει ως καθρέφτης της σχέσης της μητέρας με το παιδί. Συμφωνα με τους Fonagy και Target ο πατέρας είναι μάρτυρας της σχέσης μητέρας – παιδιού, δίνοντας τη δυνατότητα στο παιδί να έχει μια αντανάκλαση της παρουσίας του στη σχέση.

Το νόημα της απουσίας του πατέρα εντοπίζεται στην μη επίτευξη της πρόωρης τριαδικότητας, είτε λόγω μιας ναρκισσιστικής ή νεκρής μητέρας που δεν επέτρεψε την αποσυγχώνευση στο παιδί της είτε λόγω αδυναμίας του πατέρα να μπει ως τρίτος ανάμεσά τους. Επομένως στην περίπτωση αυτή δε μπορούμε να μιλάμε για τον θάνατο του πατέρα, γιατί ο πατέρας δεν έχει υπάρξει ακόμα, μιλάμε ουσιαστικά για τον θάνατο του πατέρα που θα μπορούσε να υπάρξει, ένας θάνατος της δυνητικής ύπαρξής του.

Κατά τον Green αυτή ενδεχομένως να είναι και η πραγματική λειτουργία της θεραπευτικής σχέσης, η συγκέντρωση δηλαδή πάνω σε ένα μόνο πρόσωπο όλης της ανικανοποίητης επιθυμίας, δημιουργώντας την ευκαιρία για κάποιου είδους αποδοχή. Η αναλυτική διαδικασία επιτρέπει την έκφραση αυτών των επιθυμιών και ο αναλυτής στο εδώ και τώρα μπορεί να γίνει ένας πατέρας που ακούει και ακούγεται. Το πλαίσιο της ανάλυσης και οι ερμηνείες είναι στοιχεία επίσης που μπορούν να αναπαριστούν τον πατέρα.

Για ποιο λόγο θεωρείται πως ο νεκρός πατέρας είναι δυνατότερος από όσο ήταν εν ζωή;

Εν ζωή ο πατέρας ήταν αν όχι ανταγωνιστής, ένα εμπόδιο στην αποκλειστική σχέση ανάμεσα στη μητέρα και στο παιδί. Κατά τον τρόπο αυτό, το παιδί θα ήθελε να είναι απών ο πατέρας του. Όμως χάνοντάς τον στην πραγματικότητα, χάνει και την προστασία του. Σε όλες τις συνθήκες, η σχέση με τον πατέρα χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη απόσταση σε σχέση με τη μητέρα. Όλος ο συμβολισμός που συνδέεται με την εξουσία του, με τον φόβο, το σεβασμό, την αγάπη και το θαυμασμό συνδέονται με την απόσταση του.

Κατά τον Green η δυσκολία πένθους του νεκρού πατέρα συνίσταται στο ότι δεν μοιάζει με το πένθος για ένα αντικείμενο στο παρόν. Η παρουσία του νεκρού πατέρα είναι μια πολύ ιδιαίτερη παρουσία, που δε συνδέεται με αναμνήσεις ή σαφή αναπαράσταση. Ο θάνατος ενός ήδη νεκρού αντικειμένου είναι πολύ διαφορετικός από το θάνατο κάποιου που υπήρξε ζωντανός. Η κατάσταση μοιάζει με κυνήγι φαντασμάτων, ειδικότερα το φάντασμα του φαντάσματος, δηλαδή την αναζήτηση της απουσίας του αποστασιοποιημένου αντικειμένου, του πατέρα δηλαδή. Ο πατέρας δε γίνεται αισθητός μόνο μέσα από την απουσία του, αλλά κυρίως μέσα από την απουσία μαζί με τη μητέρα, στην αποκλειστική σχέση των δύο από την οποία το παιδί είναι αποκλεισμένο.

Η McDougall (1989) τονίζει πως ένας πατέρας που είναι νεκρός ή απών μπορεί να κρατηθεί ζωντανός στο μυαλό του παιδιού, ανάλογα με τον τρόπο που η μητέρα του θα τον σκέφτεται και ανάλογα με την προϋπάρχουσα σχέση του παιδιού με τον πατέρα. Αντίστοιχα, ένας πατέρας που είναι παρών και ζωντανός ως φυσική παρουσία, μπορεί να βιώνεται ως συμβολικά νεκρός, χαμένος ή απών στην ψυχική πραγματικότητα του παιδιού, ανάλογα με την προσωπικότητα του πατέρα και το πώς η μητέρα επενδύει ή μιλάει γι αυτόν. Η πρώιμη τριαδικότητα γίνεται πολυπλοκότερη σε περιπτώσεις είτε «νεκρής μάνας» είτε χρονικής σύμπτωσης της απουσίας του πατέρα με «αδερφικό» οιδιπόδειο. Για παράδειγμα, ο μεγαλύτερος αδερφός κοιμάται μαζί με τη μητέρα εν τη απουσία του πατέρα, υπό το βλέμμα του μικρότερου αδερφού.

Η Perelberg (2011) περιγράφει τη θεραπεία ενός πολύ βίαιου άντρα. Ο πατέρας του είχε εγκαταλείψει τη μητέρα του όταν αυτή έμεινε έγκυος, ενώ η μητέρα σε όλη της τη ζωή του έλεγε πως ήταν ο πιο σημαντικός άνθρωπος στη ζωή της. Τώρα η μητέρα είχε ξαναπαντρευτεί και είχε αποκτήσει ένα ακόμα παιδί, αλλά ο ασθενής δεν έδινε σημασία σε αυτό το γεγονός. Μια μέρα στη διάρκεια μια συνεδρίας, ο ασθενής όντας εξοργισμένος με τον πατριό του, είπε: « Το πρόβλημα του πατριού μου είναι πως δεν μπορεί να αποδεχθεί πως δεν ήταν παρών στη σύλληψη μου. Ήμουν μόνο εγώ και η μάνα μου!». Ξαφνικά σταμάτησε, συλλογίστηκε αυτό που είπε και συνειδητοποίησε πως πάντα σκεφτόταν τον εαυτό του ως μη έχοντα πατέρα στη ζωή του, πως υπήρχε μόνο αυτός και η μάνα του. Έτσι ο ασθενής ουσιαστικά εξέφραζε μια φαντασίωση πως μόνο αυτός και η μητέρα του ήταν παρόντες στην πρωταρχική σκηνή. Αυτό βοήθησε την Perelberg να σκεφτεί πως η πατρική λειτουργία δεν απαιτεί απαραίτητα την φυσική παρουσία του πατέρα, αλλά εξαρτάται πολύ από την ικανότητα της μητέρας να εξασκεί αυτή τη λειτουργία, αυτό τον ρόλο. Στην περίπτωση του ασθενή ήταν ξεκάθαρο πως η μητέρα του δεν τον είχε βοηθήσει να εσωτερικεύσει αυτή την πατρική λειτουργία εν τη απουσία του πατέρα.

Σύμφωνα με την Perelberg (2009) παρατηρείται δυσκολία των ασθενών αυτών να συλλάβουν και να αναπαραστήσουν τον ρόλο του πατέρα στην πρωταρχική σκηνή. Για παράδειγμα ασθενής στη συνεδρία αναφέρει πως μια μέρα όταν ήταν παιδί είχε πάει να κοιμηθεί στο κρεβάτι των γονέων του, όπου πάνω στα σεντόνια υπήρχε σπέρμα. Η εξήγηση που είχε δώσει ήταν πως ο πατέρας του είτε είχε αυνανιστεί είτε είχε ονείρωξη, ο ρόλος του πατέρα στην πρωταρχική σκηνή έλειπε.

Στις οριακές δομές συναντάμε συχνά μια μητέρα που έχει βάλει στο περιθώριο τον άντρα της θεωρώντας τον ανεπαρκή, στερώντας από το παιδί τη δυνατότητα να πολεμήσει με μια πατρική φιγούρα, μιας και η μητέρα τον έχει ήδη καταπιεί σφετεριζόμενη την πατρική του λειτουργία. Στις περιπτώσεις αυτές η παντοδύναμη μητέρα επενδύει αποκλειστικά στο παιδί όλα εκείνα τα στοιχεία που κανονικά θα επενδύονταν πάνω στον πατέρα. Ο πατέρας είναι ήδη νεκρωμένος, και ό,τι απομένει από αυτόν θα προσεγγίζεται στη σιωπή, στο ασυνείδητο, κρυφά από την αδηφάγο μητέρα. Επομένως στην ανάλυση ο πατέρας θα πρέπει να δημιουργηθεί ξανά μέσα από τα κατεστραμμένα κομμάτια του.

Άρα ο πατέρας δεν είναι ούτε απών, ούτε μισητός, είναι χαμένος, περιμένοντας να βρεθεί στη θεραπευτική σχέση.

Βιβλιογραφία

Green A. (2009). The Construction of the lost father. The Dead Father. A Psychoanalytic Inquiry. Routledgle,N.Y.

McDougall J. (1989). The Dead Father: On Early Psychic Trauma and its Relation to Disturbance in Sexual Identity and in Creative Activity. International Journal of Psycho Analysis, 70: 205-219.

Perelberg, R.J. (2009). Murdered Father; Dead Father: Revisiting the Oedipus Complex. International Journal of Psychoanalysis, 90: 713-732.

Perelberg, R.G. (2011). “A Father Is Being Beaten”: Constructions in the Analysis of some male patients. Internatinal Journal of Psychoanalysis, 92: 97-116.