Σύμφωνα με τη μυθολογία η πιο διαδεδομένη περιγραφή του Νάρκισσου αφορούσε έναν πολύ ωραίο νέο άνθρωπο, ο οποίος μια μέρα αντίκρισε στα νερά μιας λίμνης την εικόνα του, το είδωλό του. Ο νέος θαμπώθηκε στη θέα του εαυτού του και σύμφωνα με την κυρίαρχη εκδοχή του μύθου προσπάθησε να αγγίξει το είδωλό του, μάταια όμως, αφού κάθε φορά που άγγιζε το νερό, το είδωλό του διαλυόταν. Σφόδρα ερωτευμένος και  με την αυτοεικόνα του, ο άνθρωπος αυτός παρέμεινε στην ίδια θέση, μέχρι που μαράζωσε (ή πνίγηκε) και πέθανε… Στο σημείο αυτό σύμφωνα με τον μύθο φύτρωσε το ομώνυμο λουλούδι, ο νάρκισσος.  Φυσικά χρειάζεται να τονίσουμε πως υπάρχει και η διάσταση του υγιούς ναρκισσισμού, που βασίζεται  στην ολοκληρωτική αγάπη που δέχθηκε το παιδί ως βρέφος από τη μητέρα του (και η οποία βέβαια δεν εξελίχθηκε σε μια «αγάπη χωρίς όρια»), ως απαραίτητη συνθήκη για την μετέπειτα κατάκτηση της εσωτερική αρμονίας, την αποδοχής και την φροντίδας του εαυτού.

Στις παθολογικές εκφάνσεις όμως του ναρκισσισμού, όπως φαίνεται και από τον παραπάνω μύθο, οι άνθρωποι που διακατέχονται από Ναρκισσισμό ή Ν.Δ.Π. (Ναρκισσιστική Διαταραχή Προσωπικότητας) δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην αυτοεικόνα τους, είναι κατά κάποιο τρόπο θα λέγαμε ερωτευμένοι με τον εαυτό τους, και περιμένουν ή απαιτούν από τους άλλους να αναγνωρίσουν την μοναδικότητά τους, φυσικά όχι ως μοναδικότητα που συμβαδίζει με την ατομικότητα του καθενός, αλλά με μια μοναδικότητα που έχει στοιχεία ανωτερότητας, θαυμασμού και επίδειξης. Στην κοινωνική τους ζωή αναπαράγονται οι ρόλοι του θαυμαστή και του θαυμαζόμενου αφενός, όπου είναι διάχυτο το στοιχείο της παντοδυναμίας (π.χ. είμαι ολοκληρωτικά επαρκής και δε χρειάζομαι κανέναν άλλον, μπορώ μόνος μου να πετύχω ό,τι θελήσω), και αφετέρου του υποτιμητή- υποτιμημένου, που ουσιαστικά αναπαράγει (ή προβάλει) την υποτιμημένη εσωτερική αυτοεικόνα στην απαξίωση της αξίας του όποιου άλλου. Δηλαδή οι ρόλοι αυτοί αντιστοιχούν σε εσωτερικά ψυχικά κομμάτια θαυμασμού και απαξίωσης, στην εσωτερική δηλαδή πραγματικότητα του ατόμου.

Δυστυχώς όμως «ο βασιλιάς αποδεικνύεται γυμνός». Όταν η πραγματικότητα  διαψεύσει την εύθραυστη αναπαράσταση του εαυτού, επέρχεται ναρκισσιστικό τραύμα, δηλαδή η εικόνα του εαυτού δεν δύναται πια ψυχικά να υποστηριχθεί. Στο πλαίσιο της κατάρρευσης της εσωτερικής απεικόνισης του εαυτού, το άτομο έρχεται σε επαφή με την επώδυνη πραγματικότητα, η οποία αποκαλύπτει αφενός την εσωτερική του ανωριμότητα- κενότητα και αφετέρου τη διαπροσωπική ρηχότητα των σχέσεων του, αφού οι έως τότε οι σχέσεις του θα είχαν λόγο ύπαρξης είτε την εξ-υπηρέτηση των δικών του ναρκισσιστικών αναγκών μέσα από την χειραγώγηση και την εκμετάλλευση των άλλων, είτε μέσα από ψευδό-σχέσεις φαντασιωσικήςταύτισης με μεγαλειώδεις και εξέχουσες προσωπικότητες του κοινωνικού γίγνεσθαι.

Οι άνθρωποι με ναρκισσιστική δομή προσωπικότητας κατά την περίοδο όπου το Εγώ τους ικανοποιείται βουλιμικά απέχουν της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας (συνήθως μέσα από υποτιμητικές εσωτερικές διεργασίες) αφού η ίδια η παθολογία τους καθιστά αδύνατη ή απαγορευτική τη διερεύνηση της ευαλωτότητάς τους. Έτσι η απόφαση τους να προσέλθουν για ψυχοθεραπεία συνήθως περιλαμβάνει την παρουσία αυτού που ονομάζουμε ναρκισσιστικού τραύματος, επιθυμώντας να επιστρέψουν στην παλιά αναπαράσταση του εαυτού τους και να αναβιώσουν τα ίδια μοτίβα διαπροσωπικών σχέσεων του παρελθόντος.

Επιπλέον χρειάζεται να γίνει και αναφορά και στον αρνητικό ναρκισσισμό, όπου σε αντιδιαστολή με τις πιο κλασικές μορφές ναρκισσισμού στις οποίες το άτομο αναπαράγει μοτίβα θαυμασμού και παντοδυναμίας, στην περίπτωση αυτή ο θεραπευόμενος διατηρεί τη μοναδικότητά του, αυτή τη φορά ως ο μόνος από όλους που δεν αξίζει, δηλαδή όχι μέσα από αυτό-θαυμασμό, αλλά μέσα από έντονη αυτό-απαξίωση, μια αδυναμία ψυχικής επένδυσης σε οτιδήποτε θετικό. Για παράδειγμα, μια προαγωγή στην εργασία του  από-επενδύεται (και απαξιώνεται), καθώς το άτομο διακηρύσσει πως δεν είναι αυτό που ονειρευόταν ή πως ήθελε κάποια άλλη θέση ή πως πιστεύει πως από όλους τους εργαζόμενους αυτός είναι ο μόνος που δε θα άξιζε μια τέτοια προαγωγή. Δηλαδή κάτι φαινομενικά θετικό μέσα από τις διαδικασίες του αρνητικού ναρκισσισμού απαξιώνεται και μεταβάλλεται σε κάτι αρνητικό.

Ο ρόλος της ψυχοθεραπείας συνίσταται στο να μπορέσει ο άνθρωπος αυτός να κατανοήσει την ανάγκη αλλαγής όπως διαφαίνεται στη ζωή του όχι ως απειλητική για τον ίδιο, αλλά ως χρυσή δυνατότητα εξέλιξης. Το ζητούμενο είναι δηλαδή μέσα από την ατομική- ομαδική ψυχοθεραπεία να καταφέρει τελικά ο ασθενής να μεγαλώσει, από αχόρταγο μωράκι που σχετίζεται με τους άλλους μέσω της ικανοποίησης αποκλειστικά δικών του αναγκών, σε έναν ενήλικα με δικαιώματα και υποχρεώσεις, με όρια και συνέπειες, με ευκαιρίες και περιορισμούς.

Έτσι η φαντασίωση και η ματαίωση δίνουν τελικά τη θέση τους στην πραγματικότητα και στην ωρίμανση.